Saturday 22 September 2012

Καλοκαιρινή επίσκεψη στον Αη-Στρατη


Σας παραθέτω το παρακάτω αφηγητικό άρθρο του Κου Γιώργου Τζανίνη από την Καλοκαιρινή του επίσκεψη στον Αη-Στράτη για δύο λόγους. Καταρχήν είναι ιδιαίτερα ευχάριστο στην ανάγνωση καθώς το ταλέντο του συγκεκριμένου ανθρώπου στο γραπτό λόγo και στην φωτογραφία είναι αδιαμφισβήτητο. Δεύτερο και σημαντικότερο, δίνει μια καθαρή και δίχως ίχνος λογοκρισίας εικόνα του πως βιώνει και ποια τελικά εντύπωση μένει σε κάποιον που επισκέπτεται πρώτη φορά τον Αη-Στράτη. Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο site www.offroader.gr και ζητήθηκε άδεια από τον κο Τζανίνη για να αναδημοσιευθεί.  Να σημειώσω ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος έχει ταξιδέψει όλη την Ελλάδα και είναι γνώστης των ιδιαιτεροτήτων του εναλλακτικού τουρισμού. Τα συμπεράσματα δικά σας.

Π.Κ.


Χαράματα Τρίτης 10 του Ιούλη κουλουριασμένοι στα “αεροπορικά” καθίσματα του Ο/Γ Ταξιάρχης ακούσαμε τα μεγάφωνα να μας ειδοποιούν για την άφιξή μας στον Αη Στράτη. Την προηγούμενη στο Λαύριο, φτάνοντας περασμένο απόγευμα, μας κράτησαν στο ντόκο, δύο αυτοκίνητο όλα κι όλα, δηλαδή ένα κανονικό και ένας γάιδαρος, μέχρι να μπουν τ΄ άλλα για Λήμνο και Καβάλα. Άρα βγαίνουμε πρώτοι.

Δρομολόγιο 8 με 9 ώρες. Εμείς με το σας και το σεις να βρούμε το κάθισμά μας. Ρε εδώ είναι Βαλκάνια, κάθεσαι όπου βρεις εκτός και αν έχεις καμπίνα μαζί με καμιά 100 euro επιπλέον. Το πλοίο είναι super όμως με κλιματισμό ρυθμισμένο λίγο πριν τα τινάξεις και το σαλόνι πιασμένο από τους πρώτους.

Τι σου μένει; Το κασόνι στη κουβέρτα με τα σωσίβια, αλλά αυτά θέλουν και καμιά 20ριά χρόνια πίσω ή ... τα αεροπορικά, όχι τα δικά σου βέβαια αλλά ότι έχει απομείνει από διπλοτριπλοπιασμένα κι αυτά, δίπλα σε καμιά πόρτα και σίγουρα έχοντας συντροφιά τις πατούσες του μπροστινού η του πισινού σου.

Όμως ο προορισμός είναι ο Αη Στράτης. Τ΄ άλλα είναι μετά. Μαζέψαμε όσες πληροφορίες μπορέσαμε από βιβλία, από το internet και από φίλους. Εκείνο όμως που μας ωθούσε περισσότερο απ΄ όλα ήταν η ιστορική μνήμη για τους εκτοπισμένους.

Όταν ο καταπέλτης άρχισε να χαμηλώνει μπροστά μας είχαμε το μοναδικό αυτοκίνητο που μπήκε μαζί μας από το Λαύριο και τρείς ακόμη ανθρώπους. Δύο σ΄ ένα “παπί”, ο άλλος οδηγός και δύο εμείς, σύνολο πέντε. Δεύτερο δεκαήμερο του Ιούλη πέντε άνθρωποι. Βγήκαν και κάτι κιβώτια, έμειναν εκεί μέχρι να έρθει η δική τους ώρα. Είχε δεν είχε λιμενικό, δεν κατάλαβα. Φοράνε και κάτι μπλε σκούρες στολές, δεν θα τον είδα στο σκοτάδι. Μην ρωτάτε αν μπήκε επιβάτης.

Το TJ ρόλαρε στην άδεια προβλήτα. Τα φώτα θαμπά από την υγρασία, ο Ταξιάρχης πήρε φουριόζικα ρότα για τη Λήμνο, ψυχή ζώσα. Που πάμε ορέ; Τηλέφωνο στη κ. Μπαλάσκα. Μας έβλεπε από το παράθυρο του παλιού αρχοντικού και σημερινού ξενώνα “ο Αης Στράτης”. Ξενυχτάω, μ΄αρέσει. Μας είχε ενημερώσει. Θα σας περιμένω. Και μας περίμενε.

Πάρτε την ανηφόρα αριστερά από την γέφυρα. Περάστε το μουσείο της δημοκρατίας και μετά από την αριστερή στροφή μπείτε στο parking του ξενώνα. Η είσοδος του “Αη Στράτη” φωτισμένη με μια μικρή λάμπα πνιγμένη στα αναρριχώμενα και καταμεσής της πόρτας η πληθωρική κ. Μπαλάσκα.

Θαρρώ δεν πέρασαν περισσότερα από μερικά δευτερόλεπτα και το Τζούλια αντικατέστησε τα κεριά και τα λιβάνια. Διαβήκαμε το μεγάλο κεντρικό διάδρομο του παλιού αρχοντικού ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα δωμάτια που υπήρχαν δεξιά και αριστερά με τις πόρτες ορθάνοικτες. Κάτι αλλιώτικο, παράξενο ”σαν τοπίο του βυθού” , παρακολουθούσε τις σκιές μας που φουριόζες ανηφόρισαν τα σκαλιά για τον πάνω όροφο. Στο 3, τα κλειδιά είναι στην πόρτα. Τα λέμε.

Ακουμπήσαμε τα πράγματα και ανοίξαμε την μπαλκονόπορτα. Δεν είχε ακόμη ξημερώσει. Είμαστε αρκετά ψηλά. Η υγρασία έκανε το βλέμμα θολό, που αγκαλιά με τη ζέστη το μείγμα έδινε τις δικές του διαστάσεις. Τώρα τι κάνεις μέχρι να σκάσει ο ηλιάτορας; Κάθεσαι στη βεράντα και περιμένεις να δεις τι θα φανερωθεί ή ξαπλώνεις στα λευκά σεντόνια να πάρεις ανάσες από το “υπέροχο” ταξίδι του Ταξιάρχη;

Και τα δύο. Ο προσανατολισμός δυτικός, άρα μας ανήκουν τα ηλιοβασιλέματα. Όταν πια οι ίσκιοι μίκρυναν, αποφασίσαμε να ανιχνεύσουμε τις πρώτες πτυχές αυτής της Αιγαιοπελαγίτικης εσχατιάς.

Λοιπόν, είμαστε στην αριστερή πλευρά του οικισμού πάνω στη στράτα για το ελικοδρόμιο και το νεκροταφείο. Έχουμε θέα ολόκληρη την κοιλάδα που είναι ο οικοδομικός ιστός μέχρι τη θάλασσα και το λιμάνι. Σωστό παρατηρητήριο. Σε αιχμαλώτιζε το αγνάντι. Περάσαμε ατέλειωτες ώρες καταγραφής του μπλε στα καμώματα του με το ασημί και το πορτοκαλί. Δεν σας είπαμε και το άλλο. Μια ψαρούκλα ζωγραφισμένη πάνω από το προσκέφαλο. Με κάτι χρώματα ρε παιδί μου. Coris Julius το λένε.

Αναρωτηθήκαμε αν και τα άλλα δωμάτια έχουν ψάρακλες. Δεν ξέραμε όμως αν υπάρχουν κι άλλοι ένοικοι και κάναμε το κουνέλι. Όταν διαπιστώσαμε τη μοναδικότητα μας μπήκαμε στα δωμάτια και πήραν φωτιά τα κλείστρα. Να και Zeus Faber να και Scomper Colias. Σαν ενυδρεία έμοιαζαν τα δωμάτια. Λέτε να γίνουμε και μεις ψάρια; Πάμε για μπάνιο γρήγορα μη μας πιάσουν τα μάγια.




 

Κατηφορίσαμε από την πάνω ρούγα στα δρομάκια του οικισμού που απλώνεται δεξιά και αριστερά από το ρέμα του Αη Στράτη. Με το σεισμό του ΄68 άλλαξαν όλα. Ο παραδοσιακός οικισμός σκόρπισε παίρνοντας μαζί του 22 ψυχές. Η ’εθνοσωτήριος’’ επανάσταση του ΄67 για να στεγάσει τον κόσμο κατασκεύασε κάτι κουτιά που το καλοκαίρι βάζεις τα γεμιστά στο τραπέζι και όταν γυρνάς από τη θάλασσα είναι έτοιμα και το χειμώνα δεν θέλεις ψυγείο από τη δροσιά που σου προσφέρουν. Σαν τα άσπρα σπίτια στη Βοιωτία προς το χειρότερο.

Τα παραδοσιακά σπίτια, όσα απέμειναν, μαρτυρούν την ομορφιά του παρελθόντος. Δίπατα με σαχνίσια όπως στη δυτική Μακεδονία. Όλα με αγνάντι στη θάλασσα, φτιαγμένα με τη σοφία και το μέτρο του περασμένου αιώνα. Τώρα, σπιρτόκουτα, “τακτοποιημένα” εκεί που άλλοτε ήταν τα μποστάνια τους και τα περιβόλια. Μα δε το βάζουν κάτω. Θα δεις την αγωνία των ανθρώπων να βελτιώσουν αυτή την εικόνα.

Αυλές με λουλούδια, οπωροφόρα, ακόμα και μικρά περιβόλια κρατά στο πλάι του κάθε “κουτί”. Κάποιοι τα κάνανε δίπατα, με αισθητική αιγαιοπελαγίτικη, ίδιες κούκλες. Άλλα τα τρώει η υγρασία και καταρρέουν από την εγκατάλειψη. Εξάλλου πολύς κόσμος έφυγε μετά την καταστροφή του ΄68. Ο άλλοτε αυτάρκης Αη Στράτης, μόνο πετρέλαιο και λάδι φέρνανε τα πλοία, άρχισε να χάνει ότι παρήγαγε. Ακόμη και αυτή η εξαιρετική ποικιλία βελανιδιών, που τροφοδοτούσε τα βυρσοδεψεία της Λέσβου, σήμερα συρρικνώνεται κάτω από την κυριαρχία των χημικών. Μας είπαν ότι βγάζανε το ωραιότερο κόκκινο χρώμα τα βελανίδια τους.

Ναι, αλλά για μπάνιο είπαμε να πάμε. Έχουμε χρόνο να πούμε για το “αγροτικό ζήτημα”. Μπροστά στον οικισμό απλώνεται το Αρκάρι ή “Σαχάρα”. Κατά τη γνώμη μας μια από τις καλύτερες παραλίες του νησιού. Πεντακάθαρη χωρίς ξαπλώστρες και ταρατατζούμ. Με σταθερές καλόγουστες ψάθινες ομπρέλες, τοποθετημένες από το δήμο. Απόλυτα προστατευμένη από τα καμώματα του Μαΐστρου και της Τραμουντάνας. Α και δυο ντουζιέρες με καμπίνες για να αλλάξετε.

Αν σας αρέσουν δε τα αχινούδια και οι πεταλίδες στην άκρια αριστερά στα βράχια του πέτρινου βραχίονα θα βρείτε ένα σωρό. Για τους πιο τολμηρούς έξω από τον βραχίονα μετά από το υπερσύγχρονο εργοστάσιο της ΔΕΗ κοντά στη γαιδουροσπηλιά θα φανείτε ακόμα πιο τυχεροί με τα αλιεύματά σας. Το μόνο αρνητικό είναι η ολιγοκοσμία. Ειδικά τις πρώτες μέρες, μέσα Ιούλη ήμασταν εμείς και η κ. Ζωή με τον εγγονό της τον Μενέλαο. Αλλά και την τελευταία μέρα που φεύγαμε, μερικούς ακόμα έγγονες γνωρίσαμε με τις γιαγιάδες. Εντάξει άμα έπαιζε και λίγο το μάτι σου ξεχώριζες και μερικούς σφιχτοδεμένους γλουτούς. Πασαρέλα όμως δεν υπήρχε, ούτε μπαράκια πάνω στην άμμο.

Ομορφιά, μέτρο, ανελέητος ήλιος, μπροστά σου το Αιγαίο, τι άλλο θέλεις;












 

Τι άλλο θέλω; Να πάω στο Αλωνίτσι. Να πας παλληκάρι μου, αλλά να μην έχει Τραμουντάνα. Ο δρόμος φεύγει από την δεξιά μεριά του Άγιου Μηνά. Καλοπατημένος χωματόδρομος με κατεύθυνση την ομορφότερη παράλια του νησιού.

Όταν φτάνεις στα διάσελα στα Αυλάκια σκάει μπρος σου η βόρεια ακτογραμμή. Η ξεραΐλα της διαδρομής από τον οικισμό μέχρι δω δίνει τη σκυτάλη στη βλάστηση. Βελανιδιές και των γονέων. Από τις κορφές των λόφων κατηφορίζουν σχεδόν μέχρι το νερό. Άλλο τοπίο. Ο γάιδαρος φτάνει μέχρι την άμμο.

Δύο χιλιόμετρα ακτή, μόνοι μας. Τι είναι τούτο ρε παιδί μου; Η θάλασσα χαρτί, ήμασταν στον καύσωνα του Ιούλη, τέντα handmade, μπυρίτσες στις παγοκύστες, αδαμιαία περιβολή και μπλούστου μπλούτσου. Παρέα μας είχαμε κάτι γλάρους θηρία και τα τρεχαντήρια των ψαράδων που ανοιχτά στα νησάκια Βέλια κάνανε τη ψαριά της ημέρας. Αριστερά της ακτής είναι η Γερακοσπηλιά. Ίσκιο όλη μέρα. Εμείς τη βγάλαμε πάνω στη ξανθή άμμο. Σαπίσαμε στο μπάνιο.

Περασμένες έξι τα μαζέψαμε. Ξαναπήγαμε με Τραμουντάνα. Το ίδιο όμορφη και γοητευτική. Έχει πολλά μυστικά η βόρεια πλευρά. Το εξωκλήσι του Αη Γιώργη και το ακρωτήρι του Αη Θανάση απέναντι από τη νησίδα Δώδεκα Απόστολοι. Ζόρικος χωματόδρομος, δε πάει κανείς εκεί μας είπαν. Διαδρομή που σου θυμίζει τις στράτες του Γράμμου.

Πέσαμε και σε καθαρή ατμόσφαιρα και αγναντέψαμε τη Λήμνο. Κοντά στη μοναδική μάντρα που υπάρχει στην περιοχή ξεκινά και ένα αρχαίο μονοπάτι, κάποια κομμάτια του είναι με καλντερίμι που σε οδηγεί μέσα από δάσος βελανιδιάς στο Αλωνίτσι. Στα δεξιά είναι το ασκηταριό του Αη Στράτη. Σακατεμένο από το σεισμό του ΄68. Η μισή σπηλιά σκόρπισε στη θάλασσα και ότι απέμεινε έχει σκιστεί σαν καρπούζι.

Κάτω σου κλείνει το μάτι ένας μικρός κόλπος. Νεράκι τον λένε. Άντε να κατέβεις. Θα σε κεντρίσουν οι αστιβές. Αν συνεχίσετε λίγο πιο πέρα, σταματά ο δρόμος, θα βγείτε στη ΒΑ μεριά στο εξωκλήσι του Αη Δημήτρη.

Ανακαινισμένο στέκει μπροστά σε τρία αλώνια. Μαρτυρούν ένα πλούσιο παρελθόν. Δίπλα είναι και το ησυχαστήριο του Γιώργου. Σήμερα συνταξιούχος ΔΕΗτζής. “Εδώ έρχομαι και ηρεμώ” μας είπε. Έχει κι άλλα η περιοχή.

Σκαλισμένες κοπάνες στη πέτρα δίπλα σε στερεμένα πηγάδια από το σεισμό. Πέρδικες να σεργιανάνε ανάμεσα στις βελανιδιές και μούσκαρους να παίρνουν το μπάνιο τους στα διάφανα νερά.








 
Τον Ιούνιο του 1992 σ΄ έναν ακήρυκτο πόλεμο που κρατεί ακόμα, ένα Mirage F1 με χειριστή τον Νίκο Σιαλμά συνεπλάκη σε αναχαίτιση με ένα F16 της γείτονος. Τα γαλανά νερά του Αη Στράτη αγκάλιασαν για πάντα τον έλληνα αεροπόρο. Παραλογισμός.

Εκεί λοιπόν στο νοτιότερο άκρο του νησιού, στη θέση Τρυπητή, θα συναντήσετε μια μεγάλη μεταλλική ασπίδα. Τη διακοσμεί ένας μαίανδρος στην περιφέρεια της. Είναι ακουμπισμένη στο έδαφος και σκεπάζει ένα βέλος. Η ουρά του βλέπει το Αιγαίο και η λόγχη του τη γείτονα. Μολών Λαβέ. Το λογότυπο συμπληρώνει στο κάτω μέρος της περιφέρειας του μνημείου το σύνολο της κατασκευής. Η γαλανόλευκη σε έναν μεταλλικό ιστό “καταδικασμένη” να κυματίζει διαρκώς. Τα δάφνινα στεφάνια στέκουν μαραμένα, παραδομένα κι αυτά στους αέρηδες του Αιγαίου. Ακόμα και οι λιγοστές βελανιδιές σε αυτό το σημείο γέρνουν τον κορμό τους στις προσταγές του αέρα.

Είναι η μεγαλύτερη απόσταση από τον οικισμό του νησιού το ακρωτήρι Τρυπητή. Γύρω στα 13 Km, καμιά εκατοστή μέτρα πάνω από το νερό. Θα ανοίξετε κάμποσες πόρτες από μεταλλικό πλέγμα, κατασκευές των κτηνοτρόφων, για να φτάσετε. Ο δρόμος είναι στην αρχή τσιμεντένιος και μετά καλός έως κακός χωματόδρομος, στενός που θέλει προσοχή.

Το τοπίο τραχύ αλλά άμα ζυγώσεις στις παραλίες αλλάζουν όλα. Πήγαμε στου Φράγκου, στη Φτελιά, στο Λιδαριό, τον Άγιο Δημήτριο και τον Άγιο Αντώνιο. Με βότσαλο, με άμμο, με καταπληκτικά νερά, που μόνο αυτή η ευλογημένη θάλασσα του Αιγαίου μπορεί να σου δώσει. Ξεχωρίσαμε το Λιδαριό, τη Φτελιά και τον Άγιο Δημήτριο.

O Μυροβλύτης είναι και έδρα πολλών ελεύθερων κατασκηνωτών. Είναι και η πιο σκιερή παραλία του νησιού και σχετικά κοντινή στον οικισμό (6Km). Όλες είναι προσβάσιμες με καλούς η κακούς χωματόδρομους. Εντάξει ο γάιδαρος ήταν στο στοιχείο του αλλά με λίγη προσοχή μπορείς να τα καταφέρεις.

Μην ξεχάσετε να δώσετε λίγο χρόνο στις κατασκευές από τις παλιές μάντρες (μαντριά). Πριν από κάθε παραλία, θα συναντήσετε τις σημερινές εγκαταστάσεις του κτηνοτρόφου και κάπου δίπλα στέκει το παρελθόν. Ξερολιθιά, γεωμετρικά σχήματα απόλυτης ακρίβειας, μέτρο, αισθητική μιας άλλης εποχής, τσακισμένη κι αυτή από τον καταστροφικό σεισμό του ΄68.

Σήμερα, λίγο τσίγκος, μπόλικο σύρμα, καμιά παλέτα, πλαστικό, το απαραίτητο 4Χ4, και “γουρούνες” παρακαλώ όμως και γάιδαροι κανονικοί να βόσκουν κάτω από τον ήλιο.

Τα ζώα, αγρίμια. Ιδιαίτερα τα κατσίκια. Μάλλον τα τουφεκάνε, για να τα πιάσουν. Ακόμα και οι κότες με τις γαλοπούλες έχουν μάθει να πετάνε. Δεν υπάρχει σταβλισμένο τίποτα. Όλα σεργιανάνε ελεύθερα. Τηράνε το αυτοκίνητο από μακριά και χάνονται μέσα στις ρεματιές. Ένα κοπάδι με αρνιά μόνο είδαμε να το συνοδεύει ο ποιμένας. Μας είπαν και για κάτι γάτες που έχουν αγριέψει χαμένες στα δασωμένα. Τρέχα γύρευε.

Ακόμα και τα ρέματα μαρτυρούν θυμό και περισσή αγριάδα το χειμώνα. Διπλά προστατευτικά πρανή έχει ο χείμαρρος που διατρέχει τον οικισμό. Τι είναι τούτο. Α, και το χιόνι δε λείπει. Κάθε χρόνο σχεδόν δίνει παρόν. Ναι, ναι το είδαμε σε φωτογραφίες.

Επιβραδύναμε την επιστροφή μας προς τον οικισμό για να αντικρίζουμε κάθε φορά το ηλιοβασίλεμα. Εκεί μετά τις 8μιση με 9παρά “κατά πως το ΄χει συνήθειο” έγερνε προς τις Σποράδες. Το Πιπέρι και τη Κυρά Παναγιά. Μέσα στα πορτοκαλί και τα μαβιά. Εντάξει έχεις πολλές ευκαιρίες να τον αγναντέψεις. Από τα χαλάσματα των Πέντε Μαρτύρων, από το νεκροταφείο, το λόφο του Άγιου Μηνά ακόμα και από την παραλία της Σαχάρας, μετά από το απογευματινό μπάνιο. Να πάτε.









Ωραία και για προπόνηση κοιλιακών; Επιλογές δύο, όπως και τα μπαράκια. Δείξαμε ιδιαίτερη αδυναμία στη “Βεράντα” του Θανάση. Καθαρά, φτηνά, ποικιλία επιλογών με μαγειρευτά, κρεατικά και ψαρικά. Σερβίρισμα σφαιράτο από το Γιώργο που θέλει να γίνει ναυτικός. Ένα πρόσωπο όλο λάμψη και αισιοδοξία. Μακάρι να τα καταφέρει. Και ο Κομνηνός που μάλλον δεν ξέρει τι θέλει να γίνει. Πιτσιρικάς μαθητής, στη μάχη του μεροκάματου και αυτός. Αν έχει χρόνο ο Θανάσης θα πει μπόλικες ιδέες που έχει για το νησί του. Το παλεύει. Είναι κει όλο το χρόνο. Η ταβέρνα ανοιχτή. Γεμάτη γεράνια και βασιλικούς. Μας είπαν ότι έχουν ωραίο Πάσχα. Λέτε; Άμα δεν έχουμε πτωχεύσει.

 
Και μετά; Κάντε λίγη συντροφιά στην “Αιολίδα”. Δίπλα στο μεγάλο βραχίονα στο λιμάνι, κάτω από τους δημοτικούς φανοστάτες, με το μελαγχολικό κίτρινο φως να λούζουν την μητέρα των Αιολέων. Κάθε μέρα τους συνδέει με έναν άλλο ζωοδότη. Τη Λήμνο. Αν δεν την είχαν πήγαιναν χαμένοι οι Αγιοστρατήτες. Η μεταφορά με το μικρό Ο/Γ είναι δωρεάν για τους ντόπιους. Αναχωρεί στις 6 και μισή το πρωί και επιστρέφει στις 5 και μισή το απόγευμα.

Κάπου διάβασα ότι το ΄87 έκανε το δρομολόγιο Μυτιλήνη - Αϊβαλή. Το “λεωφορείο” μας, έτσι το λένε. Πηγαίνουν για ό,τι απαραίτητο. Ρεπό παίρνει μόνο τις Κυριακές. Α, μπορεί να τους λείψει για λίγο, αν πάει για πετρέλαιο στη Βόρειο Ελλάδα. Γιατί ρε παιδιά εκεί πάνω; Είναι φτηνότερο μας είπαν.

Πάντως μονάχο του δεν μένει ποτέ. Πάντα το συντροφεύουν τα τρεχαντήρια των ψαράδων και οι περαστικοί σκαφάτοι.
 

 

Το ιδιώνυμο του 1929 δημιούργημα της κυβέρνησης Βενιζέλου, όχι του Μπένι βέβαια αλλά του Ελευθέριου, στέλνει του πρώτους εκτοπισμένους, πολιτικούς κρατούμενους στον Αη Στράτη. Ακολουθεί η περίοδος Μεταξά, η κατοχή, το μετεμφυλιακό κράτος και το 1963 φεύγει και ο τελευταίος εξόριστος. Τι να πεις; Ίσως οι ζωντανές μαρτυρίες που ακούσαμε να είναι η καλύτερη περιγραφή.

Είναι συγκλονιστικό να σηκώνει το χέρι και να σου λέει εδώ ήταν ο φούρνος, εδώ βάφτισε το παιδί του ο Λουντέμης, εδώ έμενε ο Κατράκης, εδώ ήταν το καφενείο τους, το ιατρείο και σημερινό μουσείο δημοκρατίας, εδώ ο δρόμος της βόλτας. Να εκεί στην κοιλάδα δεξιά και αριστερά από το ρέμα, κάτω από το λόφο του Αγίου Μηνά ήταν χρονιές που οι σκηνές στέγασαν χιλιάδες ανθρώπους.

“Παναγιώτη δώσε μου ένα παξιμάδι”.

”Πάρε ένα από τα μαύρα”.

“Μα εγώ θέλω από τα άσπρα”.

”Όχι , αυτά τα έχουμε για τους αρρώστους” και γύριζε την πλάτη του ο Παναγιώτης τάχα πως δεν βλέπει και η μικρή Ζωή άρπαζε το άσπρο τρέχοντας. Κάθε μέρα γινόταν το ίδιο από την μικρή Αγιοστρατίτισσα και τον εξόριστο Παναγιώτη. Είχαν και θέατρο, με Στρατιώτη Σβέικ και Οθέλλο. Τα μικρά κάτω από τη μύτη των χωροφυλάκων κρυμμένα στα παλτά των εκτοπισμένων παρακολουθούσαν τις παραστάσεις.

Ναι, δεν επιτρεπόταν η επαφή των ντόπιων με τους εξόριστους. Πέφτανε σφαλιάρες από τους χωροφύλακες. Εννέα σκοπιές διάσπαρτες παρακολουθούσαν. Όταν πέθανε ο Γαβριηλίδης όλος ο οικισμός ψιθύριζε το μαντάτο. Οι συγκρατούμενοι του κατασκεύασαν ένα συγκλονιστικό μνημείο.

Αρχίσαμε το περπάτημα νωρίς το απόγευμα. Πλάι στον χείμαρρο Τενεδιώτη. Ψάχναμε τις ξερολιθιές που όριζαν τις σκηνές, τα πλατώματα που ήταν το θέατρο και το σανατόριο, τις λαξευμένες εστίες, τις γούρνες και τα ντουλάπια στους βράχους. Τα βρήκαμε ανάμεσα σε χορταριασμένες στράτες, αρκετή ώρα μακριά από τον σημερινό οικισμό. Εκεί στη ρίζα του λόφου του Αγίου Μηνά.

Τον ανηφορίσαμε να ταιριάξουμε και το ηλιοβασίλεμα. Δίπλα στο λιτό εκκλησάκι βρίσκεται ο τάφος ενός Γερμανού αξιωματικού και το οστεοφυλάκιο και συνάμα μνημείο των εξόριστων. Οι περισσότεροι “έφυγαν” την περίοδο της κατοχής ΄41-΄42. Εγκαταλελειμμένοι από ασιτία. Πενήντα τέσσερις ψυχές, μαζί με το γιατρό του ΕΕΣ πενήντα πέντε.

Λες και το ΄κανε επίτηδες, πήρε ένα κατακόκκινο χρώμα πριν βουτήξει στις Σποράδες.








Μα καλά όλα είναι ωραία στον Αη Στράτη. Όχι βέβαια. Δεν γίνεται να σου κάνουν παρέα τα κατσίκια τα πρόβατα και τα γελάδια σε όσες παραλίες πήγαμε εκτός από αυτή μπροστά στον οικισμό. ”Νάρκες” παντού. Κάθε ίσκιος έχει την “σφραγίδα” των αρνοκάτσικων. Ακόμα και στις σχισμές των βράχων δεν μπορείς να ακουμπήσεις. Είναι κρίμα. Όλο το νησί είναι περιφραγμένο, αλλά ο αιγιαλός ξέφραγος.

Όσο για τους ελεύθερους κατασκηνωτές στον Άγιο Δημήτρη που δεν είναι σε όλους τους Αγιοστρατήτες επιθυμητοί, εμείς τους είδαμε να καθαρίζουν την πανέμορφη παραλία, να σέβονται το περιβάλλον και στο κάτω κάτω, οι δικές τους “νάρκες” θα μπορούσαν να απουσίαζαν από το χώρο αν ο δήμος κατασκεύαζε μερικές τουαλέτες με καθημερινή καθαριότητα έναντι κάποιου μικρού αντίτιμου. Για να μην πω ότι στο Αλωνίτσι θα μπορούσε να γίνει ένας από τους ωραιότερους δημοτικούς χώρους κατασκήνωσης.

Σήμανση στα μονοπάτια δεν υπάρχει. Ότι έχει απομείνει από τους καταυλισμούς των εξόριστων είναι κρυμμένο στα ξερόκλαδα και στα χόρτα.

Κάναμε πολλές κουβέντες, ακούσαμε πολλές απόψεις. Συναντήσαμε και μαράζι και αισιοδοξία. Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες και διαφορετικές γνώμες. Όμως αυτή η μικρή κουκίδα στο Αιγαίο μπορεί να τα καταφέρει. Έχει ιστορία, φυσική ομορφιά, υποδομές και το σπουδαιότερο ανθρώπους με ιδέες και όραμα.

Γιώργος Τζανίνης